scientific | |
gen. | επιστημονική; επιστημονικό; επιστημονικός |
memorandum | |
gen. | έγγραφο για την ακολουθητέα πολιτική |
commun. | υπόμνημα |
fin. | λογαριασμός |
| |||
επιστημονική; επιστημονικό; επιστημονικός | |||
English thesaurus | |||
| |||
sc; sci; scient |
scientific: 336 phrases in 36 subjects |