scheduling | |
econ. | προγραμματισμός |
airlift | |
transp. avia. | αερογέφυρα |
route | |
gen. | γραμμή |
commer. transp. avia. | αερογραμμή; αεροδιάδρομος; αεροδιάδρομος αυτόματου συστήματος εναέριας κυκλοφορίας; διαδρομή ATS |
environ. | διαδρομή |
| |||
προγραμματισμός |
scheduled: 102 phrases in 19 subjects |