| |||
δεξαμενή/τεχνητή λίμνη (stagnum) | |||
υδροστάσιο | |||
λιμνούλα | |||
| |||
τεχνητή λίμνη | |||
| |||
συγκέντρωση νερού | |||
σχηματισμός υδατίνου στρώματος διεισδύσεως | |||
συγκέντρωσις ύδατος εντός κοιλοτήτων | |||
πλήρωσις δι'ύδατος απομονωθέντος τμήματος διώρυγος | |||
English thesaurus | |||
| |||
pondere | |||
| |||
Parking Orbit Nutation Damper (Vosoni) | |||
Pediatric Oncology Network Database |
pond: 91 phrases in 17 subjects |