DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
pendeln v
earth.sc. πάλλω; ταλαντεύω
Pendeln v
el. ηλεκτρομηχανικές ταλαντώσεις μεταξύ διασυνδεδεμένων μηχανών; ταλάντωση
environ. καθημερινή μετακίνηση προς κι από τον τόπο εργασίας
hobby, transp. ταλάντωση αλεξίπτωτου
lab.law. αιώρηση
mech.eng., el. ταλάντωση ταχύτητας
med. εκκρεμοειδείς κινήσεις του εντέρου; εκκρεμοειδές φαινόμενον
pendeln: 6 phrases in 3 subjects
Earth sciences4
Environment1
Transport1