DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
paro de la producción
law ατύχημα εκμετάλλευσης; κώλυμα εκμετάλλευσης; τυχαία παύση
law, lab.law. διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης; ολική ανεργία