intercalibration | |
environ. R&D. | αμοιβαία βαθμονόμηση; διαβαθμονόμηση |
of | |
gen. | από |
offshore | |
fin. | εξωχώριος; υπεράκτιος |
non-destructive testing | |
agric. | μη καταστροφική δοκιμή |
tech. mater.sc. | μη καταστροφικές δοκιμές |
| |||
αμοιβαία βαθμονόμηση; διαβαθμονόμηση | |||
βαθμονόμηση |
intercalibration: 1 phrase in 1 subject |
Technology | 1 |