dosis | |
agric. chem. | δόση χρήσης |
chem. construct. | δόσις ανά μονάδα επιφανείας |
environ. | δόση; ποσότητα; δόση/ποσότητα |
nat.sc. agric. | δόσις |
eritema | |
health. | ηλιακό ερύθημα; ερυθηματικό εξάνθημα; ερύθημα |
| |||
δόση χρήσης | |||
δόσις ανά μονάδα επιφανείας | |||
δόση; ποσότητα; δόση/ποσότητα | |||
δόσις | |||
αναλογία δόσης |
dosis eritema: 2 phrases in 1 subject |
Health care | 2 |