- only individual words found (there may be no translations for some thesaurus entries in the bilingual dictionary)
|
|
gen. |
παρουσίαση; ανακοίνωση; συμβολή |
construct. |
εισήγηση |
insur., lab.law. |
συμμετοχή του ασφαλισμένου |
law |
εισηγήσεις |
law, market. |
εισφορά; εταιρική εισφορά; τοποθετήσεις σε τίτλους |
patents., fin., tax. |
τέλη υπεραξίας |
sec.sys., lab.law. |
ασφαλιστική εισφορά; εισφορά κοινωνικής ασφάλισης; κοινωνική ασφαλιστική εισφορά |
stat., commun., IT |
εφαρμογή συνεισφοράς; συνεισφορά |
tax., social.sc., lab.law. |
συνδρομή |
|
English thesaurus |
|
|
abbr. |
contrib |
|
|
NGO, abbr. |
C |