DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
bolster ['bəulstə] n
agric., industr., construct. τάκος
agric., mech.eng. άξων οπίσθιος
construct. συρματόσακκος
industr., construct. μαξιλάρα; μαξιλάρι; φωλιά
mech.eng. έδραση
med. πηνίο ραφής; υποστήριγμα
met., mech.eng. θήκη εναλλάξιμων καλουπιών; κάσα καλουπιών με εναλλάξιμα τμήματα; κλωβός εναλλάξιμων καλουπιών; πρόσδεση κάτω μέρους μήτρας σφυρηλασίας; πλάκα έδρασης μήτρας διάτμησης
mun.plan. επίμηκες προσκέφαλο που καλύπτει όλο το πλάτος του κρεββατιού
nat.sc., agric., mech.eng. στρωτήρ,τραβέρσα
transp. ζυγός εγκάρσιος; έδρανο ζεύξης; διαδοκίδα εγκάρσια
bolsters n
construct. συρματόσακκοι
bolster ['bəulstə] v
gen. δυναμώνω
bolster: 19 phrases in 6 subjects
Agriculture1
Industry2
Life sciences1
Mechanic engineering1
Metallurgy1
Transport13