air start | |
transp. mech.eng. | εκκίνηση κινητήρα κατά την πτήση |
diesel engine | |
econ. | κινητήρας ντίζελ |
environ. | πετρελαιοκινητήρας/κινητήρας ντίζελ; κινητήρας ντίζελ |
mech.eng. | κινητήρας DIESEL; κινητήρας ανάφλεξης διά συμπιέσεως; κινητήρας ανάφλεξης με συμπίεση; πετρελαιοκινητήρας; πετρελαιομηχανή |
| |||
εκκίνηση κινητήρα κατά την πτήση |
air-start: 4 phrases in 1 subject |
Transport | 4 |