DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Rundholz n -es, ..hölzer
agric. στρογγυλή ξυλεία
agric., construct. ακατέργαστος πριστή ξυλεία; ξυλεία ακατέργαστη; ξυλεία σε κορμούς
forestr. κορμοτεμάχιο
industr., construct. τμήμα κορμού
wood. απελέκητο ξύλο; στρογγυλό ξύλο; στρογγύλη ξυλεία
Rundholz: 9 phrases in 3 subjects
Agriculture4
Forestry1
Industry4