Datum | |
el. | σημείο αναφοράς |
Terminal | |
chem. el. | θαλάσσιος τερματικός |
commun. | τοπική σύνδεση; τερματικό |
forestr. | ακροδέκτης |
IT | μονάδα απεικονίσεως |
IT el. | μονάδα τερματικού σταθμού επικοινωνούσα με τον χειριστή; τερματικός σταθμός |
IT tech. | τερματικός εξοπλισμός δεδομένων |
| |||
σημείο αναφοράς | |||
ημερομηνία |
Data Terminal: 1 phrase in 1 subject |
Microsoft | 1 |