DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Ackerland n -(e)s
agric. αρόσιμη έκταση; καλλιεργήσιμο έδαφος
demogr., construct. αρόσιμο έδαφος; καλλιεργήσιμες γαίες; καλλιεργήσιμος γή
econ. καλλιεργήσιμη γη
environ. πεδίο; αγρός; περιοχή ορυχείου; ύπαιθρος; περιοχή ορυχείου πετρελαιοπηγής
Ackerland: 3 phrases in 2 subjects
Agriculture2
Statistics1