método | |
el. | βάση εξυπηρέτησης με προτεραιότητα άφιξης |
environ. | μέθοδος |
dele | |
commun. | σημείον διαγραφής |
decisión | |
econ. | απόφαση; απόφαση |
hobby IT | Απόφαση |
múltiple | |
el. | πολλαπλό συνδρομητή; πολλαπλός μεταλλάκτης |
| |||
βάση εξυπηρέτησης με προτεραιότητα άφιξης | |||
μέθοδος | |||
| |||
μέθοδοι |
método: 1583 phrases in 51 subjects |