Canciller del Ducado de Lancaster | |
gen. | Καγκελλάριος του Δουκάτου του Λάνκαστερ |
ministro | |
econ. | υπουργός |
dele | |
commun. | σημείον διαγραφής |
servicios públicos | |
commun. IT | δημόσια υπηρεσία; υπηρεσία παρεχόμενη στο κοινό |
ciencia | |
environ. | επιστήμη |
| |||
Καγκελλάριος του Δουκάτου του Λάνκαστερ |
Canciller del Ducado de Lancaster: 2 phrases in 1 subject |
General | 2 |