![]() |
sensibilité | |
earth.sc. mech.eng. | διακριτική ικανότητα; διαχωρισμός |
med. health. anim.husb. | επίνοσος χαρακτήρας; ευπάθεια |
Au | |
food.ind. chem. | Ε175; χρυσός |
revenu | |
comp., MS | πληρωμή; απόδοση |
econ. | εισόδημα |
| |||
διακριτική ικανότητα; διαχωρισμός | |||
επίνοσος χαρακτήρας; ευπάθεια | |||
ευαισθησία |
sensibilité: 182 phrases in 29 subjects |