sensibilité | |
earth.sc. mech.eng. | διακριτική ικανότητα; διαχωρισμός |
med. health. anim.husb. | επίνοσος χαρακτήρας; ευπάθεια |
efficacité énergétique | |
environ. | ενεργειακή απόδοση |
| |||
διακριτική ικανότητα; διαχωρισμός | |||
επίνοσος χαρακτήρας; ευπάθεια | |||
ευαισθησία |
sensibilité: 182 phrases in 29 subjects |