![]() |
organe | |
environ. | όργανο |
mech.eng. | μηχανικό κομμάτι; μηχανικό όργανο |
med. | όργανον |
militaires | |
stat. social.sc. | μέλη των ενόπλων δυνάμεων; στρατιωτικοί |
intérimaire | |
ed. | προσωρινός αναπληρωτής του δασκάλου |
| |||
όργανο | |||
μηχανικό κομμάτι; μηχανικό όργανο | |||
όργανον | |||
| |||
κυκλώματα γέφυρας και γραμμών κέντρου |
organe: 476 phrases in 42 subjects |