![]() |
lavage à fond | |
industr. construct. | γενικό πλύσιμο; ολοκληρωμένο πλύσιμο |
\PAR | |
nat.sc. agric. | λυθρίνι της Αφρικής |
aspersion | |
agric. construct. | άρδευση δια τεχνητής βροχής; άρδευση δια καταιονήσεως |
food.ind. | καθαριότητα με ψεκασμό |
industr. construct. | επικάλυψη με ψεκασμό |
| |||
γενικό πλύσιμο; ολοκληρωμένο πλύσιμο |
lavage à fond: 1 phrase in 1 subject |
Pharmacy and pharmacology | 1 |