DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
commettre volontairement ou par négligence un manquement grave aux obligations
gen. διαπράττω εκ προθέσεως ή εξ αμελείας σοβαρή παράλειψη εκπλήρωσης του υπηρεσιακού καθήκοντος; σοβαρή παράλειψη εκπλήρωσης του υπηρεσιακού καθήκοντος εκ προθέσεως ή εξ αμελείας
gov. διαπράττω με πρόθεση ή από αμέλεια σοβαρή παράλειψη υποχρέωσης