DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
allongement à la rupture
gen. ανάταξη θραύσης; επιμήκυνση που μετριέται δέκα λαπτά μετά από τη θραύση ενός δείγματος που έχει υποβληθεί σε εφελκυσμό
nat.sc. επιμήκυνση θραύσεως
tech., industr., construct. επιμήκυνση αποκοπής; επιμήκυνση μέχρις αποκοπής
allongement à la rupture: 3 phrases in 2 subjects
Metallurgy1
Technology2