DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
to phrases
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται και σε περίπτωση καταπόσεως
gen. R48/20/22; harmful:danger of serious damage to health by prolonged exposure through inhalation and if swallowed
βλαβερό:κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας ύστερα από παρατεταμένη έκθεση όταν εισπνέεται και σε περίπτωση καταπόσεως: 3 phrases in 1 subject
General3