Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Finnish
⇄
Bulgarian
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Greek
Hungarian
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
sairausvakuutus
form.
gen.
ασφάλιση ασθενείας
econ.
ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
law, insur.
επιδόματα που χορηγούνται από ασφαλιστικό φορέα για την αναπλήρωση της απώλειας εισόδηματος από ανικανότητα για εργασία
sec.sys.
ασφάλιση ασθένειας
sairausvakuutus
:
1 phrase
in 1 subject
Insurance
1
Add
|
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips