DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
kerros n
agric. στοίβες φιαλών
agric., industr., construct. φύλλα; στρώσις εστοιβαγμένης ξυλείας
comp., MS επικάλυψη; επίπεδο
construct. φυλλαράκι; όροφος; στρώμα,στρώσις
industr., construct. λινό ελαστικών αυτοκινήτων; συστατικό ύφασμα
life.sc. ορίζων
met. στοιβάδα
transp. στρώμα
wood. επιμέρους φύλλο; καπλαμάς; στρώση; φύλλο επικάλυψης
2. kerros n
commun., comp. στρώμα ζεύξης δεδομένων; στρώμα σύνδεσης δεδομένων
1. kerros n
commun., comp. επίπεδο φυσικής σύνδεσης; φυσικό στρώμα
5. kerros n
commun., comp. στρώμα συνεδριών
7. kerros n
commun., comp. στρώμα εφαρμογής
6. kerros n
commun., comp. στρώμα παρουσίασης
4. kerros n
commun., comp. στρώμα μεταφοράς
3. kerros n
IT, tech. στρώμα δικτύου
kerros: 56 phrases in 17 subjects
Agriculture2
Chemistry1
Communications7
Construction2
Earth sciences1
Electronics15
Environment2
Forestry1
Industry4
Information technology2
Life sciences7
Mechanic engineering3
Metallurgy3
Microsoft1
Natural sciences2
Technology1
Transport2