merkki | |
agric. | σήμα |
comp., MS | γλυφή; χαρακτήρας; κάρτα; δείκτης κύλισης |
industr. construct. met. | μαρκάρισμα |
IT transp. | δείκτης οργάνου |
med. | σημείο |
transp. | δείκτης; φάρος εναέριας κυκλοφορίας |
Kuka: 6 phrases in 2 subjects |
Communications | 5 |
Law | 1 |