optisch | |
med. | οπτική; οπτικός |
Dick | |
life.sc. fish.farm. | γλαντίκ; γυμνοξυρύχι |
Dicke | |
life.sc. | πάχος |
life.sc. construct. | παχεία επένδυσις διά συμπυκνώσεως γαιωδών υλικών |
met. | διάμετρος; διαμέτρηση; διατομή; πάχος |
| |||
οπτική (opticus); οπτικός (opticus) |
optische: 499 phrases in 28 subjects |