![]() |
Internationale Übereinkommen | |
environ. | διεθνής σύμβαση; διεθνές συνέδριο; διεθνής σύμβαση /διεθνές συνέδριο; διεθνής σύμβαση |
Desertifikation | |
gen. | ερημοποίηση; σαχελοποίηση,εκσαχελισμός |
econ. | απερήμωση |
| |||
διεθνής σύμβαση; διεθνές συνέδριο; διεθνής σύμβαση διάσκεψη/διεθνές συνέδριο; διεθνής σύμβαση διάσκεψη/διεθνές συνέδριο |
internationales Übereinkommen: 232 phrases in 28 subjects |