DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
entbündelter Zugang zum Teilnehmeranschluss
commun., IT αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο; αποδεσμοποίηση του τοπικού βρόχου; αποδεσμοποιημένη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο