DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Wasserversorgung f f =
gen. παροχή ύδατος
construct. εφοδιασμός εις ύδωρ
econ. ύδρευση
environ. παροχή διανομή, πρόσληψη νερού; υδροδότηση; σύνδεση με δίκτυο νερού; διανομή νερού; ύδρευση/υδροδότηση/παροχή διανομή, πρόσληψη νερού; ύδρευση/υδροδότηση/παροχή διανομή (πρόσληψη νερού); Απόληψη αφαίρεση υδάτων, διαθέσιμα υδάτινα αποθέματα, υδατική διάβρωση, ύδρευση/υδροδότηση/παροχή διανομή, πρόσληψη νερού; παροχή νερού
mun.plan. ανεφοδιασμός σε νερό
Wasserversorgung: 9 phrases in 5 subjects
Earth sciences1
Environment5
Finances1
General1
Natural sciences1