Reaktion | |
agric. chem. | ανταπόκριση |
environ. | υπσμvημα αvτικρoύσεως; Απάντηση |
Ordnung | |
environ. | εντολή |
forestr. | πειθαρχία |
| |||
ανταπόκριση | |||
υπσμvημα αvτικρoύσεως; Απάντηση | |||
απόκριση; απάντηση; αντίδραση; χημική αντίδραση | |||
| |||
αντενέργεια |
Reaktion: 275 phrases in 24 subjects |