DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Nutzwert m -(e)s
commun. ποσοστό χρησιμοποίησης
econ. χρησιμότητα ενός αγαθού
econ., agric. παραγωγική αξία; Αξία ξυλώδους κεφαλαίου
transp. ωφέλιμη αξία