| |||
αλιευτικό δίχτυ | |||
| |||
κύκλωμα | |||
δίκτυο | |||
κάνναβος | |||
ηλεκτρικό δίκτυο; ηλεκτρικό πλέγμα | |||
δίχτυ | |||
τηλεπικοινωνιακό δίκτυο | |||
πλέγμα | |||
δίκτυ φορτίου | |||
πλέγμα (plexus); δίκτυο (plexus); σύμπλεγμα (plexus) | |||
σκέπη | |||
περιφερειακά σύρματα ασκών αερόπλοιου | |||
| |||
δικτυοειδής; δικτυωτός | |||
German thesaurus | |||
| |||
Netzteil |
Netz: 473 phrases in 41 subjects |