Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Bulgarian
Danish
Dutch
English
Finnish
French
Greek
Italian
Lithuanian
Portuguese
Russian
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
Leiterbahn
f =, -en
commun.
διαδρομή σε πινακίδα τυπωμένου κυκλώματος
el.
τεχνική stripline
;
γραμμή μεταφοράς με αγωγό περιβαλλόμενο από διηλεκτρικό και μεταλλική μεμβράνη
;
ταινιογραμμή
IT, earth.sc.
αγώγιμο ίχνος
Leiterbahnen
f
el.
αγώγιμες ταινίες
Leiterbahn
:
4 phrases
in 2 subjects
Communications
2
Electronics
2
Add
|
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips