Dritter | |
IT | τρίτο μέρος |
Gemeinsames Programm zur Förderung des Austausches junger Arbeitskräfte innerhalb der Gemeinschaft | |
lab.law. | Κοινό πρόγραμμα με σκοπό να ευνοηθεί η ανταλλαγή νέων εργαζομένων στην Κοινότητα |
| |||
τρίτο μέρος | |||
τριτανακόπτων; τρίτος |
Drittes: 163 phrases in 33 subjects |