Eiropa | |
econ. | Ευρώπη |
uzraudzība | |
gen. | συστηματική παρακολούθηση,συνεχής παρακολούθηση |
environ. | έλεγχος; επαγρύπνηση |
fin. | παρακολούθηση; προληπτικός έλεγχος; προληπτική εποπτεία |
invest. | διατήρηση; διακράτηση |
tīkls | |
comp., MS | δίκτυο |
| |||
Ευρώπη |
Eiropas: 768 phrases in 46 subjects |