DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
mobilofoon adj.
gen. πολυακτινικός ραδιοφάρος VHF,ραδιοφάρος VΟR
commun. κινητό τηλέφωνο; κινητή ραδιοτηλεφωνία; κυψελοειδές κινητό ραδιοσύστημα; κυψελοειδές ραδιοσύστημα κινητών επικοινωνιών; κινητό
commun., IT, earth.sc. κινητή τηλεφωνία
mobilofoon: 3 phrases in 2 subjects
Communications2
Transport1