DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
to phrases
flusmiddel n
chem. συλλίπασμα; τακερό
met. ουσία κατά της σκουριάς; ουσία που διευκολύνει τη συγκόλληση; ευτηκτικό
transp. ρευστοποιητής
flusmiddel: 11 phrases in 4 subjects
Chemistry1
Industry1
Information technology4
Metallurgy5