DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
bureaukratisering n
econ. υπερβολικά διοικητικά βάρη; γραφειοκρατία; διοικητικός φόρτος; διοικητικός φόρτος εργασίας
environ. γραφειοκρατικοποίηση