DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
travessa adj.
coal. εγκάρσιο
construct. εγκάρσιοι πήχες; σχάρα πήχεων; οριζόντια δοκός; έλασμα; εγκάρσιος σύνδεσμος; πλάγιο δοκάρι; δοκάρι λοξό στον άξονα; εγκάρσιο δοκάρι; κάθετο δοκάρι
el. βραχίωνας αναρτήσεως
industr., construct. εγκάρσια δοκός; μεσόζευγμα
mater.sc., mech.eng. οριζόντιο μεσόζευγμα
mech.eng. οδηγός ατράκτου; τραβέρσα; βαγονέτο τροφοδότησης και πλήρωσης; δοκός γεφύρωσης διακένου βάσης τόρνου; μεσόζευξη; μπάρα ενίσχυσης
tech., industr., construct. τελάρο
transp. εγκάρσια δοκίδα; εγκάρσια διαδοκίδα του τροχαίου υλικού; ενδιάμεση διαδοκίδα του τροχαίου υλικού
transp., met. στρωτήρας σιδηροδρομικών γραμμών; στρωτήρ
travessas adj.
agric. εγκάρσιοι δοκοί; τραβέρσες
travessa: 76 phrases in 8 subjects
Agriculture3
Construction5
Industry11
Mechanic engineering5
Municipal planning1
Natural sciences2
Technology4
Transport45