DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
trabalho a tempo parcial
econ. εργασία μερικής απασχόλησης
fin., lab.law. μερική απασχόληση; εργασία κατά μερική απασχόληση; μερική ανεργία
social.sc. εργασία με μειωμένο ωράριο
trabalho a tempo parcial: 4 phrases in 3 subjects
Economy1
Law2
Social science1