DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
talão do pneumático
transp., tech., law χείλος επισώτρου; πτέρνα; πτέρνα του ελαστικού; στεφάνη; στεφάνη ελαστικού; τακούνι; τσέρκι ελαστικού επισώτρου; χαλύβδινη επενδεδυμένη στεφάνη συγκράτησης ελαστικού επισώτρου