resíduo | |
econ. | απόβλητα |
environ. | υπολειπόμενη ρύπανση |
stat. | κατάλοιπο |
resíduos | |
environ. | υπόλειμμα άλεσης; κατάλοιπα επεξεργασίας αποβλήτων; στατιστική σχετικά με τα απόβλητα; υπολείμματα; απορρίμματα; απώλειες |
de plástico | |
environ. | Πλαστικό |
borracha | |
environ. | καουτσούκ |
fibra sintética | |
industr. construct. chem. | συνθετική ίνα |
| |||
απόρριμμα; σκουπίδι | |||
υπολείμματα; απορρίμματα; απώλειες; Απόβλητα; υπολείμματα/απώλειες/απορρίμματα | |||
κατάλοιπα; απόβλητο | |||
ξέσματα | |||
παραμένον καυσαέριο; υπόλοιπο καυσαερίου | |||
απόβλητα | |||
| |||
ουραγία | |||
απόβλητο | |||
σώμα αγκυρώσεως | |||
απόβλητα | |||
υπολειπόμενη ρύπανση; υπόλειμμα/κατάλοιπο/ίζημα | |||
υπόλειμμα | |||
υποπροϊόν | |||
λάσπη | |||
κατάλοιπο; υπόλοιπo | |||
άκαυτο υπόλειμμα | |||
| |||
υπόλειμμα άλεσης | |||
| |||
στατιστική στατιστικά στοιχεία σχετικά με τα απόβλητα | |||
| |||
υπόλειμμα άλεσης τροχίσματος | |||
| |||
κατάλοιπα επεξεργασίας αποβλήτων | |||
| |||
νομοθεσία νόμοι περί αποβλήτων |
resíduos: 1086 phrases in 37 subjects |