encargos | |
fin. | επιβαρύνσεις; φορολογικές επιβαρύνσεις |
insur. | δικαίωμα κάλυψης εξόδων |
com | |
gen. | με, μαζί με ... |
transação | |
commun. | δοσοληψία; τηλεδοσοληψία; τηλεσυναλλαγή |
comp., MS | συναλλαγή |
| |||
επιβαρύνσεις; φορολογικές επιβαρύνσεις | |||
δικαίωμα κάλυψης εξόδων | |||
οφειλή; έξοδα |
encargo: 251 phrases in 27 subjects |