DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
empréstimo para compras a prestações
commer., fin. πίστωση για αγορές με δόσεις; πίστωση χορηγούμενη για αγορές με δόσεις; πίστωση για τη χρηματοδότηση των αγορών με δόσεις