DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
Google | Forvo | +

to phrases
calço n
agric. υποστήριγμα; μικρή ταράτσα αμπελώνα; χαμηλός τοίχος που συγκρατεί μικρή ταράτσα; στήριγμα
agric., industr., construct. σφην
agric., mech.eng. σφην,τάκος
commun. σήκωμα
construct. διαστάρι; παρέμβλημα
industr., construct. πηχάκι; τάκος; ενδιάμεσο περίβλημα,ξύλινο έμφραγμα
mech.eng. διάταξη σφήνωσης; σφήνα; τετραγωνικός δακτύλιος
met., mech.eng. υπόβαθρο; ενισχυτικό παρέμβυσμα
transp. σφηνοειδής τάκος
calços n
agric. βελόνες; σφήνες
calções n
industr., construct. κοντό παντελόνι
textile σορτς
calço
: 42 phrases in 10 subjects
Agriculture3
Construction2
Earth sciences4
General2
Labor law1
Mechanic engineering6
Metallurgy1
Municipal planning1
Technology1
Transport21