DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
branqueamento de dinheiro
fin. ξέπλυμα χρημάτων; νομιμοποίηση εγκληματικών εσόδων; νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες; νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες; νομιμοποίηση προϊόντων εγκλήματος; νομιμοποίηση των προσόδων από παράνομες δραστηριότητες; ξέπλυμα χρήματος