DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
workers who have recognised qualifications in a coalmining or steelmaking occupation
gen. εργαζόμενος, ο οποίος έχει αναγνωρισμένη ειδίκευση στα επαγγέλματα άνθρακος και χάλυβος
coal. εργαζόμενοι οι οποίοι έχουν αναγνωρισμένη ειδίκευση στα επαγγέλματα άνθρακος και χάλυβος