two-dimensional electrophoresis | |
med. | δισδιάστατη ηλεκτροφόρηση; ηλεκτροφόρηση δυο διαστάσεων |
under | |
gen. | σύμφωνα; κάτω από |
law | κατόπιν; βάσει; δυνάμει |
micro-gravity | |
nat.sc. | μικροβαρύτητα |
| |||
δισδιάστατη ηλεκτροφόρηση; ηλεκτροφόρηση δυο διαστάσεων | |||
ηλεκτροφόρηση δύο διαστάσεων |
two-dimensional electrophoresis: 6 phrases in 2 subjects |
Medical | 2 |
Natural sciences | 4 |