DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
transfer to or from the fund for future appropriations
insur., busin., labor.org. μεταφορές προς και από το Ταμείο για μελλοντικές επιχορηγήσεις; αυξομειώσεις του κεφαλαίου προς μελλοντική διάθεση