| |||
αποχωρισμός; διαύγαση; καθαρισμός; φιλτράρισμα; διύλιση του μούστου από τα αιωρούμενα στερεά συστατικά; απολάσπωση; αποχωρισμός | |||
κατακάθισμα | |||
καθίζησις | |||
πύκνωση | |||
καθίζηση | |||
| |||
τακτοποιώ | |||
| |||
καθίζηση εδάφους | |||
| |||
συμπυκνωμένο | |||
μόνιμος; εγκατεστημένος; εδραίος | |||
English thesaurus | |||
| |||
in the bag (Everything is in the bag. There is nothing to worry about.) |
settled: 72 phrases in 19 subjects |